Κυριακή 27 Μαρτίου 2011

60. ΚΡΙΤΙΚΗ


Συντάσσω την παρούσα έκθεση προκειμένου, ως απόστρατος πλέον να διατυπώσω την άποψη μου σχετικά με το συνδικαλισμό στις Ένοπλες Δυνάμεις, όπως εξελίχθηκε μέσα από την ΕΑΕΔ και το ΣΥΣΜΕΔ και ιδιαίτερα τις εξελίξεις του τελευταίου έτους της στρατιωτικής μου σταδιοδρομίας. Αναμφίβολα όσα γράφω είναι αυτά στα οποία προσωπικά θυμάμαι ως πιο σημαντικά κι όπως προσωπικά τα βίωσα και τα αντιλήφθηκα. Εάν κάποιος διαβάζοντας τα όσα παραθέτω διαφωνεί με κάτι που γνωρίζει εξ’ ιδίας αντίληψης κι έχει ενστάσεις για τα όσα προσωπικά αντιλήφθηκα, παρακαλώ να με διαφωτίσει με τη δική του αντίληψη ώστε να διορθώσω τυχόν λάθος, καθώς η μόνη μου πρόθεση είναι η παράθεση της αλήθειας για το τι συνέβη μέχρι σήμερα.

60. ΚΡΙΤΙΚΗ

Ο ιστορικός που θα καταγράψει τις εξελίξεις θεωρώ ότι θα διαπιστώσει ότι η Πολιτειακή μας Ηγεσία (Πολιτική, Δικαστική και Στρατιωτική) ήταν κατώτερη των περιστάσεων διότι κατά την άποψη μου παραβίασε το Σύνταγμα στερώντας μου, όπως κι όλων των άλλων συναδέλφων, όχι μόνο το συνδικαλιστικό δικαίωμα που ακόμη κι αν ρητά δεν κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα μας είναι σαφές ότι διασφαλίζεται με διεθνείς συνθήκες ανώτερης ισχύος, αλλά και απαγορεύοντας μου το δικαίωμα έκφρασης και επικοινωνίας, συκοφαντώντας μάλιστα τις δημοκρατικές μου συμπεριφορές. Είναι πραγματικά θλιβερό (για κάποιους αναμενόμενο), σε αυτά να έχουν συμμετάσχει δύο κορυφαίοι πολιτικοί των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας που βρέθηκαν να είναι Υπουργοί Εθνικής Άμυνας, ο κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης έμπειρος συνδικαλιστής κι ο άλλος Ευάγγελος, ο κ. Βενιζέλος, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, κανείς εκ των οποίων δεν είχε κάτι να μας ευαγγελιστεί… Χωρίς να θέλω να είμαι απόλυτος ή καυστικός, διότι οφείλω να αναγνωρίσω ότι αμφότεροι έχουν ασύγκριτα μεγαλύτερη πολιτική εμπειρία και δεν μπορώ να είμαι απόλυτος ότι πολιτικά η στάση τους ήταν λανθασμένη. Ίσως η πείρα τους να τους έχει πείσει για τον "καταστροφικό" χαρακτήρα του συνδικαλισμού στις ΕΔ. Όμως Πολιτειακά, γιατί δεν το ενσωματώνουν μέσα στο Σύνταγμα να γνωρίζουμε όλοι τις θέσεις μίας Συντακτικής Βουλής; Τους "επέρ" και τους "κατά" καθώς και τα επιχειρήματα, το σκεπτικό του νομοθέτη, τη "βούληση του έθνους" ώστε να το σκολουθούμε κατά γράμμα; Ή γιατί δεν θεσπίζουν ένα Νόμο για το συνδικαλισμό των ΕΔ όπως θα έπρεπε να λειτουργεί με σωστό τρόπο και με τι ασφαλιστικές δικλείδες;
Όταν επί 5 έτη ζητάμε και είμαστε διαθέσιμοι να συναντηθούμε με την Ηγεσία, να μας γνωρίσουν και να συζητήσουμε ότι τους απασχολεί, πόσο δύσκολο θα ήταν να το δεχθούν, να μας γνωρίσουν, να πεισθούν για τις καλές προθέσεις μας, να μας εμπιστευτούν ώστε να προχωρήσουμε στη νομότυπη άσκηση του δικαιώματος μας; Έτσι ή αλλιώς αυτοί θα νομοθετούσαν τους όρους λειτουργίας μας. Κι επί τόσα χρόνια μόνο ως αντιπολίτευση συζητούν μαζί μας.
Πως συμβιβάζεται το έργο τους, αυτών αλλά και των δικαστικών και της στρατιωτικής ηγεσίας όταν το Σύνταγμα επιτάσσει ότι όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί οφείλουν να διασφαλίζουν το σεβασμό των συνταγματικών δικαιωμάτων κι όταν επίσης το Σύνταγμα καθορίζει ότι οι περιορισμοί που μπορεί να τεθούν από το νόμο δεν μπορούν να καταργούν στην ουσία το συνταγματικό δικαίωμα; Στην πράξη, προσωπικά έχω στερηθεί απόλυτα αυτό το δικαίωμα, μέχρι και την στιγμή της αποστρατείας μου! 
Με την έννοια αυτή αντιλαμβάνομαι ότι η Πολιτειακή Ηγεσία, Πολιτική, Δικαστική (ιδιαίτερα οι Εισαγγελείς) και Στρατιωτική ήταν όλοι τους κατώτεροι των περιστάσεων.
Στο σημείο αυτό οφείλω να κάνω μνεία στους Δικαστές των Πρωτοδικείων που έπραξαν το καθήκον τους και στις δύο περιπτώσεις, και για την ΕΑΕΔ και για το ΣΥΣΜΕΔ. Ίσως τελικά η ανέλιξη στην εξουσία διαβρώνει τις συνειδήσεις και η πολιτική σκοπιμότητα τελικώς επικρατεί του καθήκοντος.
«Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους.» (Σύντ.25§1)
Οι ανωτέρω καλούνται να μου απαντήσουν πως διασφάλισταν την ανεμπόδιστη κι αποτελεσματική άσκηση των συγκεκριμένων δικαιωμάτων, συνδικαλισμού, έκφρασης κι επικοινωνίας; Είναι ή δεν είναι επίορκοι;

Από την αντίπερα όχθη, οι συνάδελφοι που εμπλακήκαμε στο Συνδικαλισμό των ΕΔ και ξεκινήσαμε αυτή την πορεία δεν είχαμε την αντοχή να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις του αγώνα, ενώ σε κάποιες κρίσιμες στιγμές οι προσωπικές πολιτικές σκίασαν τον κοινό μας σκοπό κι αποπροσανατολιστήκαμε. Δεν το επικρίνω, διότι ο καθένας μας έχει τις αντοχές του. Ούτε επιλεχθήκαμε με βάση την αντοχή μας στα χαρακτηριστικά αυτού του αγώνα. Ούτε οφείλαμε να είμαστε απόλυτα ανιδιοτελείς και Άγιοι, διότι αναμφίβολα όσοι εμπλεκόμαστε στα κοινά, έχουμε πολιτικές φιλοδοξίες. Προσωπικά διαφωνώ με όσους κατηγόρησαν τον Τσουκαράκη, τον Σταματόπουλο ή τον Αγγέλου ή ακόμη – ακόμη και τον Τσακάλη, ότι έχουν πολιτικές φιλοδοξίες, διότι όλοι όσοι θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο μας έχουμε, μηδέ εμού εξαιρουμένου πολιτικές φιλοδοξίες, κι από τις πράξεις μας οι συνάδελφοι και οι πολίτες ευθύνονται να μας αξιολογήσουν και να μας κρίνουν για τις αρχές που υπηρετούμε στην άσκηση των αρμοδιοτήτων μας και στο βίο μας ως πολίτες. Αυτό που διαφωνώ είναι η φιλοδοξία που μπορεί ανθρώπινα κάποια στιγμή να ξεφύγει λίγο κι από την άλλη η δημόσια άσκηση πολιτικής για την οποία σύμφωνα με το Σύνταγμα δεν ανήκει μέσα στα δικαιώματα μας ως στρατιωτικών, με το οποίο συντάσσομαι απόλυτα. Και δεν εννοώ μία απλή δημόσια έκφραση βούλησης, αλλά την επιδίωξη οργάνωση ομάδας ανθρώπων για επίτευξη ενός πολιτικού σκοπού, στο οποίο διαφωνώ κάθετα. Ενώ μέσα στα "θεμιτά" λάθη μίας πολιτικής φιλοδοξίας που με θλίβουν και επιθυμώ να το καταδείξω ενώπιον των συναδέλφων ώστε να διδαχθούμε για το μέλλον είναι ότι ο προσωπικός εγωισμός επικράτησε σε κάποιες λίγες περιπτώσεις που ήταν όμως επαρκείς ώστε να διασπαστούμε και να κινδυνεύουμε να εξανεμιστούμε ή να δυσφημίσουμε το έργο μας. Ισχύει δηλαδή κι εδώ, σίγουρα λιγότερο αλλά στο βαθμό που μας αναλογεί ότι η πολιτική σκοπιμότητα τελικώς επικρατεί του καθήκοντος μας απέναντι στους συναδέλφους.
Διότι καθήκον μας, όταν σηκώσαμε τη σημαία του συνδικαλισμού στις ΕΔ ήταν να φέρουμε σε πέρας αυτή την αποστολή, την αναγνώριση του συνδικαλισμού, ή να την παραδώσουμε μεγαλύτερη και καθαρή σε όσους θα μας ακολουθούσαν. Τα προβλήματα ήταν αναμενόμενο να έρθουν κι έπρεπε να εστιάσουμε στην αντιμετώπιση τους. Όμως δεν μπορώ να κατηγορήσω κανέναν που δεν άντεξε. Άλλωστε δεν ήμασταν χιλιάδες που διαγκωνιστήκαμε να καταλάβουμε κάποιες λίγες προνομιούχες θέσεις. Δέκα θέσεις μετά βίας καταλάβαμε, από τις 17 στο σύνολο, με τις άλλες να είναι πρακτικά κενές. Απλώς ήλπιζα ότι εμείς οι 10, θα μπορούσαμε να κάνουμε την υπέρβαση και να εστιάσουμε στο καθήκον μας έναντι των συναδέλφων που μας παρακολουθούν με ελπίδα. Κι αυτό το πετύχαμε σε πολλά κύματα, μετά από τις απογοητεύσεις των δικαστικών αποφάσεων, μετά από τις αποτυχίες για τις λάθος επιλογές μας όπως λ.χ. η ημερίδα στο Πολεμικό Μουσείο. 
Όμως τι έπρεπε να κάνουμε όταν κάποιος θεωρούσαμε ότι εξέκλινε της πορείας; Αυτό ήταν που κατηγορήθηκε ο Πρόεδρος Τσουκαράκης, ότι κατά τους λοιπούς στο ΔΣ επεδίωξε την προσωπική προβολή στα ΜΜΕ και σε πολιτικούς. Εκτιμώ ότι θα το επιβεβαιώσουν όσοι βρέθηκαν απέναντι του. Η άποψη μου είναι σε όλες τις περιπτώσεις, εφόσον ήμασταν «αναιμικοί», εφόσον βρισκόμαστε «καταμεσής» στην πορεία μας και με κάθε στραβοπάτημα διακινδυνεύουμε  την αναγνώριση μας, κι όχι κάποια διεκδίκηση, θα έπρεπε να λειτουργούμε με τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή (ΕΚΠ), δηλ. μόνο σε ότι όλοι συμφωνούμε. Διότι δεν ήμαστε συνδικαλιστικό όργανο αρμόδιο να διαπραγματευτεί το συνταξιοδοτικό των ένστολων, διότι ακριβώς δεν εκλεγήκαμε και δεν εκφράζουμε κανέναν για να εκπροσωπήσουμε. Απλώς είχαμε το θάρρος να βγούμε μπροστά και να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα που όλοι δικαιούμαστε. Σε αυτό δεν τίθεται θέμα εκπροσώπησης. Όλοι τα δικαιούμαστε, κι όσοι θέλουμε αυτοβούλως, εθελοντικά κι ανιδιοτελώς αγωνιζόμαστε για αυτό το σκοπό (κατοχύρωση δικαιώματος) η διασφάλιση του οποίου μόνο όφελος έχει για όλους, οπότε δεν τίθεται θέμα εκπροσώπησης. Απλά όσοι συνταθούμε συζητάμε για την τακτική. Κι ας συνταχθούν κι άλλοι κάπου αλλού με τον ίδιο σκοπό, κι ας ακολουθήσουν άλλη τακτική. Δεν θα μας βλάψει, διότι αν κερδίσουν το δικαίωμα, αυτό θα ισχύει για όλους. Που ήταν το πρόβλημα με εμάς; Ότι ορισμένοι, ενθουσιάστηκαν και παρασύρθηκαν από τη συγκυρία και θεώρησαν ότι έχουμε ευθύνη απέναντι στους συναδέλφους να λύσουμε όλα τα προβλήματα, όταν η Ηγεσίες, πολιτική και στρατιωτική, δεν συνομιλούσαν μαζί μας. Και με ποια όμως εξουσιοδότηση; Δεν είχαμε εξουσιοδότηση καθώς δεν προερχόμαστε από ευρεία εκλογική βάση. Κι αν το πρόβλημα ήταν απλό και σε όφελος όλων έχει καλώς. Όταν όμως έχουμε διαφωνίες, τι κάνουμε; Επικρατεί η αρχή του ενός ανδρός;  Επικρατεί ο πιο «φωνακλάς»; Ο πιο «υπερπατριώτης»; Επικρατεί η συγκυριακή πλειοψηφία λίγων που βρέθηκαν παρόντες ή σχεδίασαν να είναι παρόντες σε μία μικρή συνάντηση; 
Κάτι τέτοιο έκανε ο Πρόεδρος επιλέγοντας να μιλήσει εκτός των αποφάσεων του ΔΣ, κάτι τέτοιο έγινε με το ΔΣ των παραιτηθέντων που αυτό-αποδέχθηκαν τις ανακλήσεις των παραιτήσεων τους και μετά ψήφισαν μομφή  κατά του προέδρου κι αυτό το "επικύρωσε" μία Γενική Συνέλευση 18 μελών με 10-12 ψήφους, από ένα σύνολο εκατοντάδων μελών του ΣΥΣΜΕΔ...

Για να περάσω και στο τελευταίο ζήτημα, στο μόνο που προσωπικά αντιπαρατέθηκα και δεν αφορούσε το ΔΣ, είναι αυτό του Σμρου Αθ.Τσακάλη με τον οποίο διαφωνώ και αισθάνομαι χωρίς να μπορώ να το διακριβώσω ότι έβλαψε με την παρουσία του το συνδικαλιστικό κίνημα στις ΕΔ. Διότι με τη στάση του επιχείρησε να πολιτικοποιήσει την ατζέντα μας ώστε να υποθέτω λόγω της συγκυρίας της απόφασης του Εφετείου (21 Μαΐου 2010) έναντι 3 Μαΐου της πορείας του προς τη Βουλή για τα εθνικά θέματα σε ημέρα που ο ΣΥΣΜΕΔ είχε οργανώσει περίπατο στο κέντρο, μία τέτοια σύμπτωση κινήσεων θεωρώ εύλογο ότι μπορεί να προκάλεσε σύγχυση στο Εφετείο ως προς τα πραγματικά περιστατικά, ώστε να εκλάβει το ΣΥΣΜΕΔ που απλώς συζητούσαμε μεταξύ μας τα μέλη κι απολαμβάναμε τον ανοιξιάτικο ήλιο, με δράσεις του κ.Τσακάλη που όχι μόνο δεν ήταν συνδικαλιστικές αλλά ήταν και φανερά πολιτικές και πέραν κάθε δικής μας σκέψης, αντίθετα ήταν το μόνο θέμα που προσωπικά εναντιώθηκα, όχι με τις πολιτικές ή κομματικές θέσεις που εξέφραζαν, αλλά με τη δημόσια υποστήριξη τέτοιων θέσεων από ένστολους και μάλιστα σε διάταξη «διαδήλωσης».

Οι απαντήσεις βέβαια κατά την άποψη μου είναι απλές κι έχουν όνομα: «ομοφωνία». Όμως θα ήταν σωστό, κι ίσως λυτρωτικό, όσοι έκαναν λάθη να το αναγνωρίσουν και να δώσουμε να χέρια για να προχωρήσουμε μπροστά.
Ο Πρόεδρος Ανέστης Τσουκαράκης κατηγορήθηκε ότι επεδίωξε την προσωπική του προβολή μέσα από τα ΜΜΕ ή και πολιτικούς. Δεν θα ήθελα να αναφέρω ποιος το εξέλαβε έτσι αλλά είναι κάποιος που τον εκτιμώ ιδιαίτερα και λειτούργησε πάντα με ανιδιοτέλεια. Θα χαρώ να το επιβεβαιώσει. Κι ίσως το επιβεβαιώσουν περισσότεροι. Εδώ, ο κανόνας του ΕΚΠ της ομοφωνίας λέει ότι δεν θα πρέπει να γίνεται καμία επαφή από κανένα, εάν δεν έχει ουσιαστική, απόλυτη κι ομόφωνη αποδοχή όλων. Η θέση αυτή είναι σωστή κι εκ του αποτελέσματος, διότι μέχρι σήμερα δεν κερδίσαμε κάτι από τη δημοσιότητα ούτε από τα κόμματα που μας δέχθηκαν. Η δημοσιότητα κάποτε παρερμηνεύονταν ως «συνδικαλισμός» συχνά με υιοθέτηση ακραίων τίτλων για εμπορικούς λόγους των καναλιών ή των εφημερίδων, ενώ από τα κόμματα κερδίσαμε μόνο ότι ήδη γνωρίζαμε, δηλαδή τα μικρά κόμματα μας στήριξαν κι ήταν αναμενόμενο, ίσως επιπρόσθετα τα της Αριστεράς είχαν και ιδεολογική ταύτιση κι ενδιαφέρον για το συνδικαλισμό (συνεπώς δεν τα επηρεάσαμε και δεν βελτιώσαμε τη θέση μας) και τα κόμματα εξουσίας απλώς όταν είναι στην αντιπολίτευση μας άκουγαν χωρίς να αναλαμβάνουν δεσμεύσεις και στην Κυβέρνηση μας ξεχνούσαν. Δεν υποστηρίζω να μην συνομιλούμε με τα κόμματα και γενικά με πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς, αλλά απλώς αυτό να γίνεται μόνο όταν όλοι συμφωνούμε κι εντός των ορίων που θέτουμε.
Για όσους στράφηκαν κατά αλλήλων με οποιοδήποτε λόγο, ακόμη και με ποινικές αιτιάσεις, κι επιδίωξαν και θεωρούν ότι πέτυχαν με τις συγκυριακές πλειοψηφίες την επάνοδο τους και τη διαγραφή των άλλων, ο κανόνας του ΕΚΠ λέει ότι πράξεις που δεν έχουν την ομοφωνία είναι ανίσχυρες. Κανένας διαγραφείς δεν έχει επανέλθει, κανένας Πρόεδρος δεν έχει διαγραφεί, καμία ΓΣ δεν λειτούργησε κανονικά ώστε να κάνει δεκτό τον Τσακάλη ή να νομιμοποιήσει κάποιο νέο Όργανο. Ούτε προσωπικά θα ήθελα ως ο «μόνος» εκ του προεδρείου να επιβάλω την θέληση μου στους άλλους. Η μόνη λύση είναι χωρίς διαγραφές, να ενεργήσουμε για την σύγκλιση των μελών των Ενόπλων Δυνάμεων που βρίσκονται με την ψυχή τους κοντά στο ΣΥΣΜΕΔ, και να αναδείξουμε ένα νέο ουσιαστικό και αντιπροσωπευτικό Όργανο που να μην δεσμεύεται από τα λάθη του παρελθόντος διότι θα έχει τη νομιμοποίηση μίας μεγάλης λαϊκής βάσης και θα καθορίσει νέο τρόπο λειτουργίας και νέους στόχους που θα υπερβαίνουν την απόφαση του Εφετείου. 

Δεν με απασχολεί αν κάποιος αισθάνεται προσβεβλημένος και αντιλαμβάνεται όσα συνέβησαν σε βάρος του ως ποινικά εγκλήματα, αν επιθυμεί να ασκήσει τα δικαιώματα του. Προσωπικά δεν αντιλαμβάνομαι να έλαβαν χώρα ποινικά αδικήματα μεταξύ των μελών του ΔΣ, αλλά δεν διαφωνώ όποιος έτσι αισθάνεται να ασκήσει τα δικαιώματα του. Όμως θεωρώ ότι είναι καθήκον όλων απέναντι σε εμένα που τους εμπιστεύτηκα, κι απέναντι σε όσους συναδέλφους δεν εμπλακήκαμε στη διαμάχη αλλά σταθήκαμε δίπλα τους και δίπλα σε όλους στους συναδέλφους που ελπίζουν σε εμάς, αλλά είναι και καθήκον απέναντι στον εαυτό τους, ιδιαίτερα όταν αποφασίζουν να ασκήσουν το δικαίωμα τους αυτό να διασφαλίσουν ακόμη περισσότερο ότι δεν θα βλαφθεί ο σκοπός για τον οποίο ξεκινήσαμε, ο σεβασμός στην ενότητα του ΣΥΣΜΕΔ κι η αναγνώριση του Συνδικαλισμού στις ΕΔ και να αποκηρύξουν καθένα που τα βλάπτει.    

Οφείλω να αναφερθώ και στις περιπτώσεις συναδέλφων που αναγορεύονται σε Ιππότες τύπου Δον Κιχώτη, για να σώσουν την Ελλάδα, ως εάν δεν υπάρχουν πολιτικοί ή ως εάν η πολιτική δραστηριότητα απαγορεύονταν στη χώρα μας ότι κάτι τέτοιο προφανώς δεν συνάδει με την ιδιότητα μας.  Κατ’ αρχήν είναι δικαίωμα όλων μας να λειτουργούμε ως πολίτες και να διεκδικούμε ότι θεωρούμε σωστό και προσωπικά το έχω κάνει πολλές φορές. Κι ότι ενδεχομένως πέτυχα αυτό ωφέλησε όλους τους συναδέλφους και γι’ αυτό και πολλοί που με γνωρίζουν με εκτιμούν για το έργο μου. Το ερώτημα είναι εάν με την ιδιότητα μας ως στρατιωτικοί, και ιδιαίτερα ως Αξιωματικοί που ηγούμαστε άλλων στρατιωτικών νομιμοποιούμαστε να δραστηριοποιούμαστε στην πολιτική, να θέτουμε στόχους της γενικότερης κεντρικής πολιτικής σκηνής, είτε αφορούν τα οικονομικά, είτε τα εθνικά και κάθε άλλο θέμα και μάλιστα να εκφράζουμε τις θέσεις μας διεκδικητικά αντιδρώντας, συμφωνώντας ή διαφωνώντας στις θέσεις της Κυβέρνησης ή των Κομμάτων. Η θέση μου σε αυτό είναι κατηγορηματικά αρνητική, κι η στάση του συναδέλφου Σμρου Αθ.Τσακάλη με βοήθησε να κατανοήσω ποια είναι μία λάθος συμπεριφορά που ως στρατιωτικοί, ακόμη και ως συνδικαλιστές πρέπει να αποκηρύξουμε ρητά από το εύρος των δραστηριοτήτων μας. Και δεν εννοώ να μη διαφωνούμε με πολιτικές που βλάπτουν τα οικονομικά ή άλλα δικαιώματα μας, αλλά ο τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων μας πρέπει να είναι τέτοιος ώστε να συνάδει με την ιδιότητα μας ως Αξκών, να χαρακτηρίζεται από τεκμηρίωση σε μελέτες, νηφαλιότητα όσον αφορά τη συμπεριφορά μας, επιδίωξη ενότητας και ομοφωνίας κι όχι από προσπάθεια συνέγερσης και παρασυρμού των συναδέλφων ή άλλων πολιτών με αντικείμενο διεκδικήσεις και δικαιώματα. Το καθήκον μας να συνεγείρουμε τους στρατιώτες μας, περιορίζεται την ανύψωση του ηθικού τους απέναντι στον εξωτερικό εχθρό, ενώ έναντι των πολιτών και των πολιτικών φορέων με τους οποίους συνδιαλεγόμαστε, πρέπει να εκφράζουμε τις θέσεις μας νηφάλια και σε καμία περίπτωση η στάση μας να μην προκαλεί ανησυχία είτε για την προσήλωση μας στην υπεράσπιση της Πατρίδας από κάθε εξωτερική απειλή είτε για τις διαθέσεις μας έναντι κάθε εσωτερικού ζητήματος, για το οποίο παρότι δικαιούμαστε να έχουμε άποψη υποχρεούμαστε να την εκφράζουμε χωρίς να υποστηρίζουμε ή να επικρίνουμε δημόσια και ακραία τις θέσεις των κομμάτων ή της Κυβέρνησης, διότι αντίκειται στην ιδιότητα μας.